6
« στις: Δευ 02 Ιαν 2023 18:10 »
Μέσα στο εκπληκτικό κείμενο, τον συντάκτη του οποίου θέλω να συγχαρώ για το οδοιπορικό στην metal απόχρωση της πόλης, από τα ελάχιστα, αν όχι το μόνο που αναφέρεται αμιγώς στο συγκεκριμένο είδος και στην κουλτούρα των οπαδών της, που χρειάστηκε να πενηνταρίσουν ώστε να φύγει από πάνω τους το στίγμα του... "ανθρωποφάγου".
Η σεμνοτυφία και τα χρηστά ήθη της εποχής, ταλαιπώρησαν άδικα μία μεγάλη μερίδα νέων ανθρώπων που απλώς ήταν ακόλουθοι ενός μουσικού ρεύματος και καθόλου αλλόκοτοι, όπως τους ήθελαν οι γνωστές μικροαστικές αντιλήψεις.
Η περιορισμένη εκπαίδευση της προηγούμενης γενιάς, η άγνοια ξένης γλώσσας, η σκληρή-λαϊκή καθημερινότητα, η απαιτητική βιοπάλη, η ελλιπής ή και καθολική απουσία εξωτερικών ερεθισμάτων, η επιτακτική απόρριψη νέων εικόνων, η δεδομένη εσωστρέφεια, η ενασχόληση με τα "καθώς πρέπει" του γείτονα... η φοβία των γονέων στα νέα, ξενόφερτα, άγνωστα πρότυπα, έφερναν τους νέους αυτούς αντιμέτωπους με το οικογενειακό περιβάλλον τους πρώτα και κατ' επέκτασιν με την υπόλοιπη τοπική ή ευρύτερη αποδοχή.
Ο καθωσπρεπισμός της εποχής, ως προς την εικαστική φυσιολογικότητα, υπήρξε ανελέητος.
Η ομοιομορφία ήταν επιβεβλημένη.
Σ' εκείνη την εποχή αρκούσε απλά κάποιος συνάνθρωπος να φοράει γυαλιά για να τεθεί αυτομάτως εκτός ομοιομορφίας.
Η μοναδική ανοχή που υπήρχε από την εγχώρια κοινωνία και αυτό ως... δείγμα φιλάνθρωπης κατανόησης, αφορούσε κάποια επαναπατρισμένα παιδιά Ελλήνων μεταναστών, τα οποία με την έλευσή τους διέφεραν στην νοοτροπία, όμως... καλύτερα ήταν να παραμένουν μακρυά από τα δικά τους, καθώς εισήγαγαν νέα ήθη στις τοπικές κοινωνίες... και η περιβολή τους όσο και το εικαστικό σύνολο αποτελούσε... γραφικό δείγμα αλλοδαπής κουλτούρας... ενώ τα "ακούσματά" τους διατάρασσαν τρόπον τινά την... κοινή ησυχία.
Σε αυτά τα δεδομένα, ήταν μάλλον φιλόδοξο να αξιώνει κανείς αποδοχή σε μία metal κουλτούρα η οποία αντιπροσώπευε την απόλυτη ανομοιομορφία για την εγχώρια αντοχή.
Η ασυνήθιστη περιβολή, τα περικάρπια, τα δαχτυλίδια, τα δερμάτινα, τα σκουλαρίκια, η μακρυά ατελείωτη αντρική κόμη που αποθέωνε τον χορό των metalάδων, ο σκληρός ήχος, το ακατανόητο της γλώσσας και η "εκρηκτική" ενέργεια όλου αυτού του συνόλου, επιστράτευε εσπευσμένα την επικρατούσα κοινονοικοηθική αντίληψη να αναλάβει δράση...
Μόνο που η ανομοιομορφία της είναι δύσκολο να γίνει διακριτή, καθώς έγκειται στην εξής λεπτομέρεια:
Αυτή την μουσική δεν την διαλέγεις.
Έρχεται μόνη της και σε διαλέγει αυτήν.
Διότι παρά την εκρηκτική της ορμή, απευθύνεται σε ανθρώπους ευαίσθητους και ψυχές ελεύθερες.
Που δεν ταιριάζουν στον καιρό τους και δεν αλλάζουν στον χρόνο.
Τα στατιστικά παρατράγουδα που καταχωρούνται στο "χώρο" είναι αναμενόμενα όπως σε κάθε μαζικό ρεύμα.
Ο χουλιγκανισμός των '80ς αδίκως χρεώθηκε ολοκληρωτικά και άκριτα στους metalάδες της εποχής, καθώς ήταν βολικά ο μανδύας που φόρεσε τότε η βία στα γήπεδα.
Όπως και άδικα επιχειρήθηκε αργότερα να χρεωθεί ως συνώνυμο του κάθε ποδοσφαιρόφιλου, η παρουσία του στο γήπεδο με τα έκτροπα των επεισοδίων.
Και μιας ο λόγος για την παρουσία τους στο "ιερό" του ναού των "Ζωσιμάδων", όποιος έχει μακρά παρουσία και παλαιά στο γήπεδο, θα θυμάται καλά ότι με την πενιχρή διαθέσιμη αστυνομική δύναμη, τα "φρικιά" της 7 ήταν αυτοί που ανέλαβαν ουκ ολίγες φορές να διαφυλάξουν την σωματική ακεραιότητα των φιλάθλων μας, εντός και εκτός γηπέδου.
Οι καυγάδες υπήρξαν ομηρικοί μεταξύ ροκάδων και ντισκόβιων σε συγκεκριμένα σημεία της πόλης, κυρίως τα Σαββατόβραδα, όμως το άλλο πρωί, μια αγκαλιά όλοι μαζί, βρισκόταν από κοινού στις επάλξεις για να υποστηρίξουν την τοπική Ομάδα και τους κατοίκους της πόλης, από τις ορδές των πραγματικών χούλιγκανς που συχνά κατέφθαναν με "ανώμαλες" διαθέσεις...
Είχαν προσωνύμια, ήταν wild boys, ήταν καλοί φίλοι και πολλοί παραμένουν ακόμα.
Μαζί μοιραστήκαμε πολλές συζητήσεις, αξέχαστες μουσικές διαδρομές, πολλά χρόνια συνύπαρξης στο γήπεδο και στα στέκια και έναν εγκάρδιο αλληλοσεβασμό που διατηρείται μέχρι και σήμερα.
Προσωπικά, διατηρώ την ίδια φιλία και τον ανάλογο σεβασμό και με τους τότε ντισκόβιους, αλλά και με τους λαϊκούς θαμώνες της εποχής, καθώς εκτιμώ όλα τα είδη της μουσικής τέχνης, με διακριτή προτίμηση στην heavy metal σκηνή της δεκαετίας '80.
Τα ακούσματα της δεκαετίας αυτής, τα συγκροτήματα, η προσμονή των καινούργιων δίσκων τους είναι αξεπέραστα, ο ήχος τους δεν επαναλαμβάνεται, ούτε η θέρμη του κοινού τους, που με τόσα εμπόδια κατάφερνε να προσεγγίσει για λίγο ένα τραγούδι ή ένα κουπλέ όλο κι όλο της συγκεκριμένης μουσικής σε φιλικά μπαρ τις αργές πάντα ώρες...
Τα συγκροτήματα της πόλης διένυσαν εξαιρετική πορεία και οι δημιουργοί τους παραμένουν αυθεντικοί βετεράνοι heavy metalάδες που μεταλαμπαδεύουν την metal κουλτούρα στην γενιά των παιδιών τους και στα δικά μας παιδιά.
Ωστόσο, οι "παλιοροκάδες" σε γενικότερο όρο, της πόλης, οι οποίοι ταλαιπωρήθηκαν αρκετά για να βρουν ένα μόνιμο στέκι, τα τελευταία 25 χρόνια, έχουν το δικό τους αυθεντικό και θρυλικό INDIAN Hardrock Bar στο οποίο απολαμβάνουν τον αειθαλή metalικό ήχο, σημείο συνάντησης όλων των παλιών κυρίως, αλλά και νεότερων metalάδων που αποτελεί πλέον Πανελλήνιο, όσο και διεθνή πόλο έλξης και μέθεξης.